Distingué στα ελληνικά
Μετάφραση: distingué, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακεκριμένος, διακρίνονται, διακρίνεται, διακεκριμένους, διακεκριμένων
Μεταφράσεις
- affaiblis στα ελληνικά - αποδυναμώνομαι, αποδυναμώνω, αποδυναμωθεί, αποδυνάμωσε, εξασθένησε, αποδυναμώνεται, εξασθενημένο
- appréhendons στα ελληνικά - σύλληψη, συλλάβει, συλλάβουν, τη σύλληψη, συλληφθούν
- brader στα ελληνικά - εκποιώ, πουλώ, ξεπούλημα, πωλήσει, πουλήσει, εκποιήσει, πωλήσει τις
- commercialisation στα ελληνικά - εμπορία, εμπορίας, μάρκετινγκ, κυκλοφορίας, την εμπορία
Τυχαίες λέξεις
Distingué στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακεκριμένος, διακρίνονται, διακρίνεται, διακεκριμένους, διακεκριμένων
Μεταφράσεις: διακεκριμένος, διακρίνονται, διακρίνεται, διακεκριμένους, διακεκριμένων