Infléchir στα ελληνικά

Μετάφραση: infléchir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρτώνω, λυγίζω, φιόγκος, σκύβω, κόμπος, κλίνω, ξεπεσμός, κάμπτω, καμπυλώνεται, γέρνω, στροφή, τόξο, πτυχή, μαρασμός, διπλώνω, καμπύλη, επιρροή, επίδραση, επιρροής, την επιρροή, επηρεάζουν
Infléchir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accaparement στα ελληνικά - σανίδωμα, συσσώρευση, αποθησαύριση, αποθησαύρισης, επί κερδοσκοπία αποθεματοποίησης
  • acclimater στα ελληνικά - εξημερώνω, εγκλιματίζομαι, τιθασεύω, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, ...
  • admonestons στα ελληνικά - νουθετώ, παραινώ, παραίνω, νουθετείτε, νουθετήσουν, επιπλήττει τον εκάστοτε υπεύθυνο
  • compare στα ελληνικά - συγκρίνω, συγκρίνετε, κάνετε συγκρίσεις, συγκρίνετε τις, συγκρίσεις
Τυχαίες λέξεις
Infléchir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρτώνω, λυγίζω, φιόγκος, σκύβω, κόμπος, κλίνω, ξεπεσμός, κάμπτω, καμπυλώνεται, γέρνω, στροφή, τόξο, πτυχή, μαρασμός, διπλώνω, καμπύλη, επιρροή, επίδραση, επιρροής, την επιρροή, επηρεάζουν