Intégral στα ελληνικά

Μετάφραση: intégral, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποδιά, αισχρός, καθαρός, εναργής, ακαθάριστος, όλος, εξονυχιστικός, άρτιος, ξεστομίζω, όλες, περατώνω, ολικός, εκστομίζω, λεπτομερής, διαυγής, γενικός, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο
Intégral στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • attelez στα ελληνικά - αντιμετωπίζω, αναποδιά, κανένα πρόβλημα, εμπόδιο, κοτσαδόρου, κοτσαδόρο
  • aussitôt στα ελληνικά - σύντομος, αμέσως, τώρα, σύντομα, άμεσα, άμεση, πάραυτα
  • baratte στα ελληνικά - ταράζω, καρδάρα, αποσυνδέσεων, επαναλαμβάνουμε, churn, καρδάρι
  • compléta στα ελληνικά - ολοκληρώθηκε, ολοκληρωθεί, ολοκληρώσει, ολοκλήρωσε, ολοκληρώνεται
Τυχαίες λέξεις
Intégral στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποδιά, αισχρός, καθαρός, εναργής, ακαθάριστος, όλος, εξονυχιστικός, άρτιος, ξεστομίζω, όλες, περατώνω, ολικός, εκστομίζω, λεπτομερής, διαυγής, γενικός, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο