Marionnette στα ελληνικά

Μετάφραση: marionnette, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νευρόσπαστο, κούκλα, πιπίλα, μαριονέτα, μαριονέτας, marionette, με μαριονέτες
Marionnette στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agilité στα ελληνικά - σβελτάδα, απευθύνω, διεύθυνση, ικανότητα, ευστροφία, δεξιοτεχνία, επιδεξιότητα, ...
  • caractérisent στα ελληνικά - χαρακτηρίζουν, χαρακτηρισμό, χαρακτηρίζει, χαρακτηρίσει, τον χαρακτηρισμό
  • clarifions στα ελληνικά - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Τυχαίες λέξεις
Marionnette στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νευρόσπαστο, κούκλα, πιπίλα, μαριονέτα, μαριονέτας, marionette, με μαριονέτες