Ölfleck στα ελληνικά
Μετάφραση: ölfleck, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χύνω, πετρελαιοκηλίδα, πετρελαιοκηλίδας, διαρροή πετρελαίου, πετρελαιοκηλίδων, πετρελαιοκηλίδα του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angetreten στα ελληνικά - ξεκίνησε, άρχισε, που ξεκίνησε, άρχισαν, άρχισε να
- auktion στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
- ausgewickelt στα ελληνικά - ξετυλίξει, ξετυλίξει το, ακάλυπτου, unwrapped, αποσυσκευάζεται
- biedermeiersträußchen στα ελληνικά - Biedermeiersträußchen
Τυχαίες λέξεις
Ölfleck στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χύνω, πετρελαιοκηλίδα, πετρελαιοκηλίδας, διαρροή πετρελαίου, πετρελαιοκηλίδων, πετρελαιοκηλίδα του
Μεταφράσεις: χύνω, πετρελαιοκηλίδα, πετρελαιοκηλίδας, διαρροή πετρελαίου, πετρελαιοκηλίδων, πετρελαιοκηλίδα του