Anschaffung στα ελληνικά
Μετάφραση: anschaffung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγορά, απόκτηση, απόκτημα, αγοράζω, εξαγορά, απόκτησης, εξαγοράς
Μεταφράσεις
- ansaugung στα ελληνικά - φιλοδοξία, αναρρόφησης, αναρρόφηση, Η αναρρόφηση, από αναρρόφηση
- ansaugvorrichtung στα ελληνικά - πετώ, αναρρόφηση, αναρρόφησης, αναρροφήσεως, απορρόφησης, κενό
- anschaffungsvorschlag στα ελληνικά - πρόταση, την πρόταση, πρότασης, πρόταση της, προτάσεως
- anschaltung στα ελληνικά - ενεργοποίηση, διεπαφή, διασύνδεσης, διεπαφής, interface, διασύνδεση
Τυχαίες λέξεις
Anschaffung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγορά, απόκτηση, απόκτημα, αγοράζω, εξαγορά, απόκτησης, εξαγοράς
Μεταφράσεις: αγορά, απόκτηση, απόκτημα, αγοράζω, εξαγορά, απόκτησης, εξαγοράς