Λέξη: βλαστός

Σχετικές λέξεις: βλαστός

βλαστόσ απόδραση, βλαστός οδοντίατρος, βλαστός στυλιανός, βλαστός γραμματόσημα, βλαστός φυτού, βλαστός φυλακή, βλαστός θάνος, βλαστός παναγιώτης, βλαστόσ πέτροσ, βλαστός ελληνικό

Συνώνυμα: βλαστός

γλίστρημα, κομπινεζόν, λωρίς, μεσοφόρι, ολίσθημα, κλίση, παραφυάς, σκιάς, τιμόνι, πηδάλιο, κλαδάκι, κλωνάρι, βέργα, γόνος, απόγονος, σανίδες βαρέλιου, σανίδες κιβώτιου, κυνήγι, βλασταράκι, καρφί ακέφαλο, όφσετ, αντιστάθμισμα, αποτύπωμα, βλαστάρι, μπουμπούνας, μπουμπούκι ρόδου, παρακλάδι, κλάδος

Μεταφράσεις: βλαστός

βλαστός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
offshoot, shoot, sprout, stalk, tilt, scion

βλαστός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
disparar, tirar, vástago, filmar, lanzamiento, lanzar

βλαστός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sprössling, jagd, injizieren, ausläufer, nebenzweig, feuern, nebenlinie, erschießen, trieb, schießen, fotografieren, ableger, filmen, rasen, zu schießen, drehen

βλαστός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conséquence, tirez, shooter, embranchement, pousse, tirons, tirent, tirer, scion, ramification, fusiller, branchement, pousser, larguer, accru, rejeton, tourner, tirer sur, filmer

βλαστός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scoccare, fucilare, sparare, girare, scattare, riprendere, tirare

βλαστός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
disparar, atirar, tiro, sapateiro, fotografar, filmar

βλαστός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
paffen, scheut, vuren, schieten, neerschieten, schiet, te schieten, shoot

βλαστός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
перестрелять, отросток, побег, стрельба, отпрыск, расстреливать, пристреливать, заснять, запуск, жёлоб, набить, стрелять, палить, росток, выпалить, ответвиться, снимать, снять, стреляют, стрелять в

βλαστός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skyte, skyt, skyter, ta, å skyte

βλαστός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skjuta, arkebusera, jakt, skjuter, skjut, fotografera, spela

βλαστός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haarautuma, haara, haarake, kasvain, työntyä, haarauma, tulittaa, verso, ampua, itu, lennähtää, ammu, kuvata, ampumaan, shoot

βλαστός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skyde, optage, skyder, at skyde, skyd

βλαστός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odbočka, vyrážet, střílet, střelit, odpálit, odstřelit, vystřelovat, odnož, výhonek, zastřelit, rašit, vystřílet, hnát, střele, vystřelit, fotografovat

βλαστός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odnoga, nakręcić, odrośl, wystrzelać, zastrzelić, strzelić, przestrzelić, rozstrzelać, postrzelać, przestrzeliwać, zsuwnia, odgałęzienie, wystrzelić, upolować, strzelać, odnóżka, shoot, strzelaj

βλαστός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vadásztársaság, vadászterület, sarjadás, sarj, csúszda, törzshajtás, lő, lőni, lődd, lelövi, shoot

βλαστός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sürgün, ateş, çekim, çekmek, vurmaya

βλαστός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
полювання, відгалуження, стріляти, водоспад, вистрілити, запуск

βλαστός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtie, gjuaj, xhiruar, të xhiruar, xhiruar të, të xhiruar të

βλαστός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стрелят, пробег, стрелям, стреля, застреля, застрелям

βλαστός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
штурхаць, цягнуць, страляць

βλαστός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
filmima, võsu, tulistama, haru, tulistada, pildistada, tulista, shoot

βλαστός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grananje, gađati, izdanak, izbaciti, bijeg, odmaći, odašiljati, mladica, pogoditi, ogranak, pucati, puca, pucaj, snimati, pucanje

βλαστός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skjóta, að skjóta, skýtur

βλαστός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
germen

βλαστός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šaudyti, kol, fotografuoti, nušauti

βλαστός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
šaut, nošaut, atvašu, šautu, uzņemt

βλαστός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пука, пукаат, снимате, фотографира, пука на

βλαστός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
trage, a trage, fotografia, trage cu, trage în

βλαστός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustrelil, streljanje, ustreli, ustreliti, streljati

βλαστός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výhonok, odnož, smyk, výstrel, strieľať

Στατιστικά δημοτικότητας: βλαστός

Τυχαίες λέξεις