Betriebsanweisung στα ελληνικά

Μετάφραση: betriebsanweisung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγία, οδηγίες, διδασκαλίας, οδηγιών, εντολή
Betriebsanweisung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • betriebliche στα ελληνικά - επιχειρησιακό, επιχειρησιακή, επιχειρησιακά, επιχειρησιακών, επιχειρησιακές
  • betriebsanlage στα ελληνικά - εργοστάσιο, φυτών, φυτικών
  • betriebsart στα ελληνικά - τον τρόπο λειτουργίας, τρόπου λειτουργίας, τρόπο λειτουργίας, ο τρόπος λειτουργίας, τρόπος λειτουργίας
  • betriebsausfall στα ελληνικά - αποτυχία, αποτυχία λειτουργίας, αποτυχία λειτουργίας στον
Τυχαίες λέξεις
Betriebsanweisung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγία, οδηγίες, διδασκαλίας, οδηγιών, εντολή