Desertieren στα ελληνικά
Μετάφραση: desertieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποστατώ, ελάττωμα, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deserteur στα ελληνικά - λιποτάκτης, λιποτάκτη, αποστάτη, deserter, λιποτάκτη που
- deserteure στα ελληνικά - λιποτάκτες, λιποτακτών, τους λιποτάκτες, deserters
- desertierend στα ελληνικά - εγκαταλείποντας, εγκαταλείπουν, λιποτακτήσει, εγκαταλείποντας τα, την εγκατάλειψη των
- desertierte στα ελληνικά - έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
Τυχαίες λέξεις
Desertieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποστατώ, ελάττωμα, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Μεταφράσεις: αποστατώ, ελάττωμα, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο