Geschmeidig στα ελληνικά
Μετάφραση: geschmeidig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύκαμπτος, στιλπνός, καλοφτιαγμένος, ευλύγιστος, άψογος, γλοιώδης, εύπλαστο, ελαστικό, απαλό, μαλακό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abweichen στα ελληνικά - διαφέρουν, διαφέρει, να διαφέρουν, να διαφέρει, διαφορετικές
- achtzigstel στα ελληνικά - ογδόντα, από ογδόντα
- arbeitgeber στα ελληνικά - εργοδότης, εργοδότη, τον εργοδότη, του εργοδότη, εργοδοτών
- berühmte στα ελληνικά - φημισμένος, περίφημος, διάσημο, διάσημη, διάσημα
Τυχαίες λέξεις
Geschmeidig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύκαμπτος, στιλπνός, καλοφτιαγμένος, ευλύγιστος, άψογος, γλοιώδης, εύπλαστο, ελαστικό, απαλό, μαλακό
Μεταφράσεις: εύκαμπτος, στιλπνός, καλοφτιαγμένος, ευλύγιστος, άψογος, γλοιώδης, εύπλαστο, ελαστικό, απαλό, μαλακό