Komprimieren στα ελληνικά
Μετάφραση: komprimieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπαγής, πατικώνω, συμπυκνωμένος, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abraumhalde στα ελληνικά - παραφορτώνω, abraum
- ausbrennen στα ελληνικά - σβήνω, καεί, καίγονται, φθαρεί, κάψει
- austreten στα ελληνικά - διαφυγή, διαρροή, απόδραση, διαφυγής, τη διαφυγή, απόδρασης
- beistände στα ελληνικά - σύμβουλοι, συμβούλους, συμβούλων, τους συμβούλους, οι σύμβουλοι
Τυχαίες λέξεις
Komprimieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπαγής, πατικώνω, συμπυκνωμένος, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
Μεταφράσεις: συμπαγής, πατικώνω, συμπυκνωμένος, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει