Orthodoxe στα ελληνικά

Μετάφραση: orthodoxe, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθόδοξος, Ορθόδοξη, Ορθόδοξης, Ορθοδόξου, Ορθοδόξων
Orthodoxe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgewartet στα ελληνικά - περιμένετε, περιμένει, περιμένουμε, wait, περιμένω
  • behebung στα ελληνικά - αφαίρεση, εξάλειψη, μετάθεση, διόρθωση, διόρθωσης, Φα, τη διόρθωση, ...
  • beziehungskiste στα ελληνικά - σχέση, κλουβί, καφάσι, κιβώτιο, καφασιού, κιβωτίου
  • digitalisieren στα ελληνικά - ψηφιοποίηση, ψηφιοποίησης, την ψηφιοποίηση, μετατροπής σε ψηφιακή μορφή, ψηφιοποιώντας
Τυχαίες λέξεις
Orthodoxe στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθόδοξος, Ορθόδοξη, Ορθόδοξης, Ορθοδόξου, Ορθοδόξων