Plündern στα ελληνικά
Μετάφραση: plündern, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεφτά, εκδύω, τουφέκι, γυμνώνω, λάφυρα, λεηλατώ, καραμπίνα, λεηλασία, λεηλασίας, αρπαγή, λεηλατήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aar στα ελληνικά - AAR, ΕΣΕ, ΕΕΔ, ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, ΑΑΚ
- abgeblasen στα ελληνικά - ματαιώθηκε, κληθεί μακριά, αναβληθεί, κάλεσε σε, ακυρώνονται
- bedankte στα ελληνικά - ευχαρίστησε, ευχαριστεί, ευχαρίστησε τον, ευχαρίστησε τον κ, ευχαρίστησαν
- beilage στα ελληνικά - περίφραγμα, συμπληρώνω, μάντρα, συμπλήρωμα, περίφραξη, εσώκλειστο, συμπληρώματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Plündern στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεφτά, εκδύω, τουφέκι, γυμνώνω, λάφυρα, λεηλατώ, καραμπίνα, λεηλασία, λεηλασίας, αρπαγή, λεηλατήσουν
Μεταφράσεις: λεφτά, εκδύω, τουφέκι, γυμνώνω, λάφυρα, λεηλατώ, καραμπίνα, λεηλασία, λεηλασίας, αρπαγή, λεηλατήσουν