Riskieren στα ελληνικά
Μετάφραση: riskieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευκαιρία, περιπέτεια, ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος, πιθανότητα, αποτολμώ, τύχη, συγκυρία, ρισκάρω, διακυβεύω, κινδύνου, κίνδυνο, κινδύνων, του κινδύνου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstraktheit στα ελληνικά - αφαιρετικότητα, βαθμού αφαίρεσης, του βαθμού αφαίρεσης
- aufhäufend στα ελληνικά - συσσώρευση, συσσωμάτωση, τη συσσώρευση, συγκόλληση, συσσωμάτωσης
- besteigung στα ελληνικά - ανάβαση, ανόδου, άνοδο, ανάδυση, ανάβασης
- diäten στα ελληνικά - δίαιτες, διατροφή, διατροφής, διατροφές, δίαιτα
Τυχαίες λέξεις
Riskieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευκαιρία, περιπέτεια, ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος, πιθανότητα, αποτολμώ, τύχη, συγκυρία, ρισκάρω, διακυβεύω, κινδύνου, κίνδυνο, κινδύνων, του κινδύνου
Μεταφράσεις: ευκαιρία, περιπέτεια, ριψοκινδυνεύω, κίνδυνος, πιθανότητα, αποτολμώ, τύχη, συγκυρία, ρισκάρω, διακυβεύω, κινδύνου, κίνδυνο, κινδύνων, του κινδύνου