Sättigen στα ελληνικά
Μετάφραση: sättigen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήρης, μεστός, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agenzien στα ελληνικά - αντιδραστήρια, αντιδραστηρίων, τα αντιδραστήρια, αντιδραστήρια που, των αντιδραστηρίων
- anarchie στα ελληνικά - αναρχία, αναρχίας, την αναρχία, η αναρχία, της αναρχίας
- ausbreitung στα ελληνικά - έκταση, φουντώνω, επέκταση, προέκταση, απλώνω, διαδίδω, διάδοση, ...
- brunnenkresse στα ελληνικά - κάρδαμο, Νεροκάρδαμο, Watercress, το νεροκάρδαμο, και κάρδαμο
Τυχαίες λέξεις
Sättigen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήρης, μεστός, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν
Μεταφράσεις: πλήρης, μεστός, διαβρέχω, κορεσμό, κορεστεί, τον κορεσμό, κορεσθούν