Schüler στα ελληνικά
Μετάφραση: schüler, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φοιτήτρια, μαθητής, φοιτητής, μαθήτρια, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auszubildenden στα ελληνικά - εκπαιδευόμενοι, εκπαιδευόμενους, εκπαιδευομένων, εκπαιδευόμενων, οι εκπαιδευόμενοι
- bedingungslose στα ελληνικά - άνευ όρων, ανεπιφύλακτη, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτο, ανεπιφύλακτες
- begrenztheit στα ελληνικά - περιορισμοί, περιορισμούς, περιορισμών, τους περιορισμούς, όρια
- beiden στα ελληνικά - δυο, δύο, τα δύο, των δύο
Τυχαίες λέξεις
Schüler στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φοιτήτρια, μαθητής, φοιτητής, μαθήτρια, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών
Μεταφράσεις: φοιτήτρια, μαθητής, φοιτητής, μαθήτρια, σπουδαστής, μαθητή, φοιτητή, σπουδαστών