Unversehrt στα ελληνικά

Μετάφραση: unversehrt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρηματοκιβώτιο, ασφαλής, ανέπαφος, άθικτος, άθικτο, άθικτη, ανέπαφο
Unversehrt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autostraßen στα ελληνικά - δρόμοι, δρόμων, δρόμους, οδών, οδούς
  • bruchrechnungen στα ελληνικά - σπάσει, να σπάσει, σπάσουν, διάλειμμα, να σπάσουν
  • dollar στα ελληνικά - πέτρα, δολάριο, κυδώνι, κουνώ, ροκ, λικνίζω, δολαρίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Unversehrt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρηματοκιβώτιο, ασφαλής, ανέπαφος, άθικτος, άθικτο, άθικτη, ανέπαφο