Urgeschichtlich στα ελληνικά

Μετάφραση: urgeschichtlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προϊστορικός
Urgeschichtlich στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affektierten στα ελληνικά - επιτήδευση, νάζια, επηρεασμού, επηρεασμός, προσποίηση
  • anheben στα ελληνικά - ασανσέρ, αναβαθμίζω, ύψωση, ανύψωση, ανάδειξη, σηκώνω, υψώνω, ...
  • anschein στα ελληνικά - φαίνομαι, παρουσίαση, αντικρίζω, αντιμετωπίζω, πρόσωπο, εμφάνιση, κύρος, ...
  • auslösung στα ελληνικά - ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Τυχαίες λέξεις
Urgeschichtlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προϊστορικός