Verdienstlich στα ελληνικά
Μετάφραση: verdienstlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άξιος, αξιέπαινος, αξιόλογος, άξια, αξιέπαινη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufgebauscht στα ελληνικά - υπερβολική, υπερβολικές, υπερβολικός, υπερβολικοί, υπερβολικά
- bewohnt στα ελληνικά - κατοικείται, κατοικήθηκε, κατοικούνται, κατοικούνταν, κατοικηθεί
- bootsführer στα ελληνικά - χειριστής του σκάφους,, χειριστής του σκάφους
- durchdringbar στα ελληνικά - διαπερατός, διαπερατό, διαπερατή, διαπερατό από, διαπερατά
Τυχαίες λέξεις
Verdienstlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άξιος, αξιέπαινος, αξιόλογος, άξια, αξιέπαινη
Μεταφράσεις: άξιος, αξιέπαινος, αξιόλογος, άξια, αξιέπαινη