Verkrüppelt στα ελληνικά

Μετάφραση: verkrüppelt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, ανάπηρος, παραλύσει, ακρωτηριασμένο, ακρωτηρίασε, υπονομεύεται
Verkrüppelt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absetzungen στα ελληνικά - αποθέσεις, εναποθέσεις, αποθέσεων, εναποθέσεων, των εναποθέσεων
  • berieselt στα ελληνικά - αρδευόμενες, αρδευόμενη, αρδευόμενων, αρδευόμενης, αρδευομένων
  • betonungen στα ελληνικά - τάσεις, τονίζει, καταπονήσεις, υπογραμμίζει, τάσεων
  • bohren στα ελληνικά - τροχός, τριβελίζω, άσκηση, πλήττω, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Verkrüppelt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, ανάπηρος, παραλύσει, ακρωτηριασμένο, ακρωτηρίασε, υπονομεύεται