Zuverlässige στα ελληνικά
Μετάφραση: zuverlässige, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εχέγγυος, συνεπής, φερέγγυος, αξιόπιστος, αξιόπιστο, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agentur στα ελληνικά - υπηρεσία, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
- brotaufstrich στα ελληνικά - διαδίδω, απλώνω, φουντώνω, επέκταση, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, ...
- deserteure στα ελληνικά - λιποτάκτες, λιποτακτών, τους λιποτάκτες, deserters
- disagio στα ελληνικά - έκπτωση, σκόντο, μείωση, Αυτό σημαίνει με άλλα, σημαίνει με άλλα
Τυχαίες λέξεις
Zuverlässige στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εχέγγυος, συνεπής, φερέγγυος, αξιόπιστος, αξιόπιστο, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστα
Μεταφράσεις: εχέγγυος, συνεπής, φερέγγυος, αξιόπιστος, αξιόπιστο, αξιόπιστη, αξιόπιστες, αξιόπιστα