Zwingend στα ελληνικά
Μετάφραση: zwingend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχρεωτικός, επείγων, επιτακτικός, παθολογικός, άμεσος, συναρπαστικά, compellingly, επιτακτικά, συναρπαστικά στην
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abscheidungsstoff στα ελληνικά - επισπεύδω, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά, ύλη
- bekundend στα ελληνικά - εκφράζοντας, εκφράζοντας την, που εκφράζουν, που εκφράζει, Η έκφραση
- bitten στα ελληνικά - προσκαλώ, ρωτώ, τσίμπημα, δαγκωθεί, δαγκώθηκαν, δάγκωσε, δαγκώσει
- drohen στα ελληνικά - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
Τυχαίες λέξεις
Zwingend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχρεωτικός, επείγων, επιτακτικός, παθολογικός, άμεσος, συναρπαστικά, compellingly, επιτακτικά, συναρπαστικά στην
Μεταφράσεις: υποχρεωτικός, επείγων, επιτακτικός, παθολογικός, άμεσος, συναρπαστικά, compellingly, επιτακτικά, συναρπαστικά στην