Legemlig στα ελληνικά
Μετάφραση: legemlig, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυσικός, σωματικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- leg στα ελληνικά - παίζω, έργο, παιχνίδι, παριστάνω, παίξει, παίξετε, παίξουν
- legeme στα ελληνικά - μπαούλο, σεντούκι, προβοσκίδα, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, ...
- legende στα ελληνικά - θρύλος, μύθος, μύθο, θρύλο, το μύθο
- legering στα ελληνικά - κράμα, Alloy, κραμάτων, κράματος, Ελαφρού Κράματος
Τυχαίες λέξεις
Legemlig στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυσικός, σωματικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Μεταφράσεις: φυσικός, σωματικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής