Δέχομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δέχομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
приемам, го приемам, приеме, приемат, приема
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δέχομαι
έρχομαι ετυμολογία, δέχομαι αρχικοί χρόνοι, δέχομαι παράγωγα, δέχομαι . ας φάμε, δέχομαι κλίση, δέχομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δέχομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δέσμη στα βουλγαρικά - пакет, лъч, греда, светлина, светлини, греди
- δέσμιος στα βουλγαρικά - пленник, пленен, плен, в плен, собствена
- δήθεν στα βουλγαρικά - уж, привидно, уж за, пръв поглед, на пръв поглед
- δήλωση στα βουλγαρικά - излагане, отчет, изявление, декларация, декларация за, твърдение
Τυχαίες λέξεις
Δέχομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: приемам, го приемам, приеме, приемат, приема
Μεταφράσεις: приемам, го приемам, приеме, приемат, приема