Απόθεμα στα δανικά

Μετάφραση: απόθεμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lager, forråd, reserve, reserven, reserver
Απόθεμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απόθεμα

απόθεμα ορισμός, απόθεμα μη δεδουλευμένων ασφαλίστρων, απόθεμα english, απόθεμα χρυσού, απόθεμα ασφαλείασ, απόθεμα λεξικό γλώσσας δανικά, απόθεμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • απόδοση στα δανικά - tilbagevenden, afkast, gengæld, tilbagesendelse, afkastet
  • απόδραση στα δανικά - flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
  • απόκεντρος στα δανικά - fjern, ekstraordinært, afsidesliggende, fjerntliggende, perifere, afsides
  • απόκλιση στα δανικά - afgang, divergens, afvigelse, uoverensstemmelse, afvigelser, divergerende
Τυχαίες λέξεις
Απόθεμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lager, forråd, reserve, reserven, reserver