Εκφωνώ στα δανικά

Μετάφραση: εκφωνώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aflevere, udtaler, udtale, man udtaler
Εκφωνώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκφωνώ

εκφωνώ ομιλία, εκφωνώ λόγο, εκφωνώ συνώνυμα, εκφωνώ στα αγγλικά, εκφωνώ λεξικό γλώσσας δανικά, εκφωνώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκφραστικός στα δανικά - udtryksfulde, udtryksfuld, ekspressive, ekspressiv, udtryksfuldt
  • εκφυλίζομαι στα δανικά - degenereret, degenererede, degenerere, degenerede, af degenereret
  • εκφύλιση στα δανικά - Degeneration, degenerering, Forandringer, Makuladegeneration, Degenerative forandringer
  • εκχύλισμα στα δανικά - uddrag, ekstrakt, ekstraktet, ekstrakten
Τυχαίες λέξεις
Εκφωνώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aflevere, udtaler, udtale, man udtaler