Κάλυψη στα δανικά

Μετάφραση: κάλυψη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dækning, dækningen, dækningsområde
Κάλυψη στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάλυψη

κάλυψη vdsl, κάλυψη πέργκολας, κάλυψη wind, κάλυψη vodafone, κάλυψη δαπάνης για γυαλιά από τον εοπυυ, κάλυψη λεξικό γλώσσας δανικά, κάλυψη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κάλτσα στα δανικά - sok, sock, sokken, strømpen, strømpe
  • κάλυμμα στα δανικά - dæksel, cover, dækning, dækslet, dække
  • κάμερα στα δανικά - kamera, kameraet, kameraets
  • κάμπια στα δανικά - larve, kålorm, Caterpillar, Volvo, larvebånds-
Τυχαίες λέξεις
Κάλυψη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dækning, dækningen, dækningsområde