Κουκουλώνω στα δανικά

Μετάφραση: κουκουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dækker op, dække over, på op, der dækker op, at dække over
Κουκουλώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουκουλώνω

κουκουλώνω λεξικό γλώσσας δανικά, κουκουλώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κουκίδα στα δανικά - prik, punkt, punktum, dot, prikken
  • κουκουβάγια στα δανικά - ugle, uglen, owl
  • κουκούλα στα δανικά - motorhjelm, Hood, hætte, hætten, emhætten
  • κουκούλι στα δανικά - puppe, kokon, Cocoon, kokonen, Cocoon og
Τυχαίες λέξεις
Κουκουλώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dækker op, dække over, på op, der dækker op, at dække over