Κούρνια στα δανικά

Μετάφραση: κούρνια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aborre, aborrer, perch, pind, siddepind
Κούρνια στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούρνια

ζωή κούρνια, κούρνια χαλάνδρι, κούρνια λεξικό γλώσσας δανικά, κούρνια στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κούραση στα δανικά - træthed, udmattelse, træt
  • κούρεμα στα δανικά - klipning, haircut, frisure, klippet, haircut på
  • κούρσα στα δανικά - automobil, bil, løb, løbet, kapløb, kapløbet
  • κούτελο στα δανικά - pande, panden, i panden
Τυχαίες λέξεις
Κούρνια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aborre, aborrer, perch, pind, siddepind