Ναρκωμένος στα αγγλικά

Μετάφραση: ναρκωμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
torpid, numb, dopey, sedated, doped
Ναρκωμένος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ναρκωμένος

numb
  • μουδιασμένος
  • ναρκωμένος
  • παράλυτος
dopey
  • ναρκωμένος
  • ηλίθιος
torpid
  • ναρκωμένος
  • ναρκώδης

Σχετικές λέξεις: ναρκωμένος

ναρκωμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ναρκωμένος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ναι στα αγγλικά - yes, aye, yeah, so, On
  • ναρκομανής στα αγγλικά - addict, narcotic, drug addict, a drug addict, drug user
  • ναρκωτικό στα αγγλικά - drug, narcotic, drug is, a drug, a narcotic
  • ναυάγιο στα αγγλικά - shipwreck, wreck, sinking, sinking of, wreck of
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: torpid, numb, dopey, sedated, doped