Λαμβάνω στα δανικά
Μετάφραση: λαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
få, modtage, modtager, får, at modtage
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαμβάνω
λαμβάνω αρχικοι χρονοι, λαμβάνω συνώνυμα, λαμβάνω υπόψη αγγλικά, λαμβάνω κλίση, λαμβάνω χώρα, λαμβάνω λεξικό γλώσσας δανικά, λαμβάνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- λακκάκι στα δανικά - smilehul, dimple, fordybning, forsænkning, fordybningen
- λακωνικός στα δανικά - lakoniske, lakonisk, kortfattede, kortfattet
- λαμπερά στα δανικά - lyse, lys, lyst, klar
- λαμπερός στα δανικά - lyse, lys, lyst, klar
Τυχαίες λέξεις
Λαμβάνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: få, modtage, modtager, får, at modtage
Μεταφράσεις: få, modtage, modtager, får, at modtage