Λαμβάνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: λαμβάνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виручка, рецепти, отримати, одержати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαμβάνω
λαμβάνω αρχικοι χρονοι, λαμβάνω συνώνυμα, λαμβάνω υπόψη αγγλικά, λαμβάνω κλίση, λαμβάνω χώρα, λαμβάνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λαμβάνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λακκάκι στα ουκρανικά - ямочка, ямка
- λακωνικός στα ουκρανικά - стиснений, небагатослівний, уламок, стислий, короткий, лаконічний, лаконічну, ...
- λαμπερά στα ουκρανικά - світло, яскравий, яскраве, найяскравіший, яскрава
- λαμπερός στα ουκρανικά - діамант, мить, мелькання, мерехтіння, блискучий, миготіння, яскравий, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαμβάνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: виручка, рецепти, отримати, одержати
Μεταφράσεις: виручка, рецепти, отримати, одержати