Πράγματι στα ισλανδικά
Μετάφραση: πράγματι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eiginlega, sannarlega, raun, reyndar, í raun, raunverulega, raun að
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πράγματι
πράγματι συνώνυμα, πράγματι στα αγγλικά, πράγματι ἡ νύχτα μὲ συμφέρει, πράγματι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πράγματι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πούσι στα ισλανδικά - mistur, þoka, þoku, þokunni, þokan, móðu
- πράγμα στα ισλανδικά - liður, hlutur, sem, Málið, hlutur sem, heitir
- πράκτορας στα ισλανδικά - erindreki, umboðsmaður, umboðsmanni, umboðsaðili, efni, efnið
- πράμα στα ισλανδικά - dúkur, efni, fataefni, hlutur, sem, Málið, hlutur sem, ...
Τυχαίες λέξεις
Πράγματι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eiginlega, sannarlega, raun, reyndar, í raun, raunverulega, raun að
Μεταφράσεις: eiginlega, sannarlega, raun, reyndar, í raun, raunverulega, raun að