Λέξη: προτομή
Σχετικές λέξεις: προτομή
προτομή μελίνας μερκούρη, προτομή του μεγάλου αλεξάνδρου, προτομή πέτρου κόκκαλη και κκε, προτομή ηλιάκη, προτομή κίμωνα λάρνακα, προτομή του μ. αλεξάνδρου βρέθηκε σε ανασκαφές στην κύπρο, προτομή του μ. αλέξανδρου θα λαξευτεί στα κερδύλλια όρη, προτομή πολυτεχνείο, προτομή μεγάλου αλεξάνδρου, προτομή νεφερτίτης
Συνώνυμα: προτομή
στήθος, μπούστος
Μεταφράσεις: προτομή
προτομή στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bust, bust of, statue, a bust, effigy
προτομή στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
seno, busto, del busto, busto de, bust, el busto
προτομή στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
reißen, zerreißen, büste, busen, pleite, reinfall, Büste, Fehlschlag, Fehlschlags
προτομή στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
poitrine, échec, buste, corsage, sein, le buste, bust, faillite
προτομή στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
busto, del busto, busto di, seno, il busto
προτομή στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
busto, do busto, busto de, peito, bust
προτομή στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fiasco, afgang, flop, buste, borstbeeld, Bust, mislukking, borst
προτομή στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
запить, обанкротиться, разорение, бюст, арестовать, обанкротившийся, Обьем груди, бюста, грудь, Bust
προτομή στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bust, byste, Brystmål, bysten, Bryst
προτομή στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
byst, bysten, bust, konkurs, i konkurs
προτομή στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hajottaa, povi, hajota, juomingit, rintakuva, Bust, rinnan ympärys, nurin, rinnan
προτομή στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
buste, bust, bryst, busten, brystet
προτομή στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ňadra, busta, poprsí, bysta, prsa, krach, bust, busty
προτομή στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
splajtować, popiersie, rozsadzać, pryskać, rwać, biust, biustonosza, miseczki, Bust
προτομή στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lefokozás, mellszobor, mellszobra, mell, bust, mellszobrát
προτομή στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
büst, Bust, büstü, göğüs, iflas
προτομή στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
запити, сплюндрування, збанкрутувати, бюст, погруддя, груди
προτομή στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bust, bustit, busti, të bust, e bustit
προτομή στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бюст, бюста, разби, срив, на бюста
προτομή στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бюст, грудзі
προτομή στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sissekukkumine, büst, bust, rinna, languse, pankrotti
προτομή στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
poprsje, prsa, upropastiti, bista, grudi, bust, poprsja
προτομή στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brjóstmynd, Bust, andvana fæddur
προτομή στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
biustas, popiersie, Biustą, nesėkmė
προτομή στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
krūtis, krūšutēls, Bust, krituma, Krūšutēlu
προτομή στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
биста, бистата, разби, пресече, градите
προτομή στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bust, bustul, bustului, faliment, bust de
προτομή στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
popri, kip, bust, bankrot, doprsni kip, doprsni, prsi
προτομή στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poprsí, poprsie, poprsia, poprsiu
Τυχαίες λέξεις