Άγνοια στα ολλανδικά
Μετάφραση: άγνοια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onwetendheid, onkunde, de onwetendheid, onbekendheid
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άγνοια
άγνοια συνώνυμα, άγνοια συνώνυμο, άγνοια ελέγχου, άγνοια νόμου σύνταγμα, άγνοια νόμου απαγορεύεται, άγνοια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άγνοια στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- άγκιστρο στα ολλανδικά - haakje, slot, spang, haak, aansluiting, aansluiting t, hook
- άγκυρα στα ολλανδικά - anker, anchor, voor anker, ankerlier, het anker
- άγονος στα ολλανδικά - kiemvrij, steriel, vergeefs, onvruchtbaar, nutteloos, jeugdig, vruchteloos, ...
- άγραφος στα ολλανδικά - blanco, blank, leegte, leeg, ledig, oningevuld, wit, ...
Τυχαίες λέξεις
Άγνοια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onwetendheid, onkunde, de onwetendheid, onbekendheid
Μεταφράσεις: onwetendheid, onkunde, de onwetendheid, onbekendheid