Συμβούλιο στα ολλανδικά
Μετάφραση: συμβούλιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
raad, concilie, de Raad, gemeente, van de Raad
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβούλιο
συμβούλιο απθ, συμβούλιο αρχιτεκτονικής, συμβούλιο αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων (σαεπ), συμβούλιο ελέγχου επικοινωνίας, συμβούλιο της επικρατείας, συμβούλιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συμβούλιο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- συμβουλεύομαι στα ολλανδικά - consulteren, raadplegen, overleggen, te raadplegen, overleg
- συμβουλεύω στα ολλανδικά - verdediger, raad, opperen, bekendmaken, voorspreker, suggereren, raadgeving, ...
- συμβόλαιο στα ολλανδικά - contract, overeenkomst, verbintenis, opdracht, aanbesteding
- συμμέτοχος στα ολλανδικά - deelnemer, deelnemers, deelgenoot
Τυχαίες λέξεις
Συμβούλιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: raad, concilie, de Raad, gemeente, van de Raad
Μεταφράσεις: raad, concilie, de Raad, gemeente, van de Raad