Γαλόνι στα ουκρανικά
Μετάφραση: γαλόνι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
інтуїції, галон
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γαλόνι
1 γαλόνι, αμερικάνικο γαλόνι, γαλόνι σε λίτρο, το γαλόνι, γαλόνι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γαλόνι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γαλιφιά στα ουκρανικά - лестощі, вмовляння, умовляння, домовленості, угоди, договори
- γαλοπούλα στα ουκρανικά - індичка, індик
- γαμήλιος στα ουκρανικά - весільний, весілля, свадьба
- γαμπρός στα ουκρανικά - наречений, конюх, грум, зять, геріатрія, жених, молодий
Τυχαίες λέξεις
Γαλόνι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: інтуїції, галон
Μεταφράσεις: інтуїції, галон