Πλημμύρισμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: πλημμύρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
затоплення, затопленню
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλημμύρισμα
πλημμύρισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πλημμύρισμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πλημμύρα στα ουκρανικά - град, лавина, потік, повінь, повені
- πλημμύρες στα ουκρανικά - повінь, потік, повідь, розлив, прилив, затоплення, розлиття, ...
- πλην στα ουκρανικά - менуети, крім, окрім, іншого, З іншого
- πληροφορίες στα ουκρανικά - неофіційність, інформація, інформацію, лист
Τυχαίες λέξεις
Πλημμύρισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: затоплення, затопленню
Μεταφράσεις: затоплення, затопленню