Затоплення στα ελληνικά
Μετάφραση: затоплення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμύρες, πλημμύρισμα, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- затоку στα ελληνικά - ρυάκι, ρεύμα, κόλπος, Bay, κόλπο, κόλπου, Μπέι
- затопити στα ελληνικά - υπερχείλιση, ξεχειλίζω, νεροχύτης, νεροχύτη, νιπτήρα, βύθισης, νεροχύτη της
- затоплювати στα ελληνικά - ξεχειλίζω, υπερχείλιση, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, πλημμύρες, τις πλημμύρες
- затопляти στα ελληνικά - πνίγομαι, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, πλημμύρες, τις πλημμύρες
Τυχαίες λέξεις
Затоплення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμύρες, πλημμύρισμα, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις: πλημμύρες, πλημμύρισμα, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες