Άλλος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άλλος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
avestruz, diferente, outro, alongar, diverso, mais, outros, outra, outras, a outra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άλλος
άλλος δρόμος, άλλος δρόμος κατερίνη, άλλος δρόμος άργος, άλλος άνθρωπος, άλλος για τη βάρκα μας, άλλος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άλλος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άλικος στα πορτογαλικά - vermelho, rubro, escarlate, scarlet, carmesim, escarlata, a escarlata
- άλλοθι στα πορτογαλικά - álibi, alibi, desculpa, libi, o álibi
- άλλοτε στα πορτογαλικά - diante, anterior, anteriormente, antes, uma vez, uma vez que, vez, ...
- άλλωστε στα πορτογαλικά - também, demais, ainda, idem, outrossim, adicionalmente, fora, ...
Τυχαίες λέξεις
Άλλος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: avestruz, diferente, outro, alongar, diverso, mais, outros, outra, outras, a outra
Μεταφράσεις: avestruz, diferente, outro, alongar, diverso, mais, outros, outra, outras, a outra