Απόγονος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απόγονος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
filiação, descendente, descendentes, descendente de, descendência
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόγονος
η απόγονοσ, απόγονος συνώνυμο, απόγονος ετυμολογια, απόγονος των παλαιολόγων, απόγονος english, απόγονος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόγονος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απόγειο στα πορτογαλικά - longitude, apogeu, apogeo, auge, o apogeu, apogee
- απόγνωση στα πορτογαλικά - desolar, desesperar, desespero, desolado, o desespero, desespere, desesperado
- απόδειξη στα πορτογαλικά - pronunciação, recibo, evidenciar, constatar, quitação, provar, prova, ...
- απόδοση στα πορτογαλικά - retorno, regresso, de retorno, volta, retorno de
Τυχαίες λέξεις
Απόγονος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: filiação, descendente, descendentes, descendente de, descendência
Μεταφράσεις: filiação, descendente, descendentes, descendente de, descendência