Νικώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: νικώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пулсот, надигравам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νικώ
νικώ κατά κράτος, νικώ αρχικοί χρόνοι, νικώ αρχαία, νικώ κλιση, νικώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, νικώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- νικητής στα σλαβομακεδονικά - победникот, победник, добитник, добитникот
- νικηφόρος στα σλαβομακεδονικά - победнички, победничката, победоносен, победоносната, победничките
- νιρβάνα στα σλαβομακεδονικά - нирвана, нирваната
- νισάφι στα σλαβομακεδονικά - nisafi
Τυχαίες λέξεις
Νικώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пулсот, надигравам
Μεταφράσεις: пулсот, надигравам