Πιάνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πιάνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
затвориме, плот за стоката, Corral, ја затвориме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιάνω
πιάνω συνώνυμα, πιάνω φωτιά στίχοι, πιάνω το μαη, πιάνω στα πράσα, πιάνω χρυσάφι και γινεται χωμα, πιάνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πιάνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πηνίο στα σλαβομακεδονικά - spool, макара, калемот, калем, креирање
- πιάνομαι στα σλαβομακεδονικά - стисок, зафат, контрола, фат, канџите
- πιάτο στα σλαβομακεδονικά - чинијата, антена, јадење, сад, чинија, садот
- πιέζω στα σλαβομακεδονικά - присилува, свитка, ги мијат
Τυχαίες λέξεις
Πιάνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: затвориме, плот за стоката, Corral, ја затвориме
Μεταφράσεις: затвориме, плот за стоката, Corral, ја затвориме