Ümberpööratud στα ελληνικά

Μετάφραση: ümberpööratud, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνομιλώ, ανεστραμμένη, ανεστραμμένου, ανεστραμμένο, ανεστραμμένα, ανεστραμμένες
Ümberpööratud στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • direktiiv στα ελληνικά - οδηγία, οδηγίας, την οδηγία, της οδηγίας, οδηγίας του
  • liitma στα ελληνικά - προσθέτω, παιδάκι, μικρό παιδί, tOT, tOT της, μέθοδος TOT
  • luuleline στα ελληνικά - ποιητικός, ποιητική, ποιητικό, ποιητικές, ποιητικής
  • maaler στα ελληνικά - βαφέας, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Τυχαίες λέξεις
Ümberpööratud στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνομιλώ, ανεστραμμένη, ανεστραμμένου, ανεστραμμένο, ανεστραμμένα, ανεστραμμένες