Παρεμποδίζω στα αγγλικά

Μετάφραση: παρεμποδίζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inhibit, hobble, balk, encumber, intercept, trammel
Παρεμποδίζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: παρεμποδίζω

balk
  • αρνούμαι να προχωρήσω
  • παρεμποδίζω
  • δειλιάζω
  • σταματώ
  • ματαιώνω
block
  • εμποδίζω
  • κωλύω
  • φράσσω
  • παρεμποδίζω
  • φορμάρω
hamper
  • παρεμποδίζω
  • εμποδίζω
hobble
  • κουτσαίνω
  • περδουκλώνω
  • πεδικλώνω
  • περδικλώνω
  • χωλαίνω
  • παρεμποδίζω
trammel
  • δεσμεύω
  • εμποδίζω
  • παρεμποδίζω
encumber
  • επιβαρύνω
  • παρεμποδίζω
  • εμποδίζω
  • παραφορτώνω
intercept
  • συλλαμβάνω εις τον δρόμον
  • αναχαιτίζω
  • συλλαμβάνω στο δρόμο
  • διακόπτω
  • παρεμποδίζω
  • ανακόπτω

Σχετικές λέξεις: παρεμποδίζω

παρεμποδίζω συνώνυμα, παρεμποδίζω αγγλικά, παρεμποδίζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, παρεμποδίζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • παρεμβαίνω στα αγγλικά - interfere, intervene, interpose, speaking, speak
  • παρεμβολή στα αγγλικά - interference, interpolation, insertion, insertion of, interference with
  • παρενοχλώ στα αγγλικά - harass, irritate, badger, disturb, heckle, molest, annoy
  • παρεξήγηση στα αγγλικά - misunderstanding, misconception, misinterpretation, a misunderstanding, offense
Τυχαίες λέξεις
Παρεμποδίζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: inhibit, hobble, balk, encumber, intercept, trammel