Ümin στα ελληνικά

Μετάφραση: ümin, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουίζω, βουητό, Hum, βόμβου, βόμβο, βόμβος
Ümin στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allakirjutaja στα ελληνικά - υπογράφων, υπογράφοντα, signer, υπογράφοντος, ο υπογράφων
  • jootmiskoht στα ελληνικά - waterhole
  • kintspüksid στα ελληνικά - παντελόνι, περισκελίδα
  • kondiiter στα ελληνικά - ζαχαροπλάστης, ζαχαροπλάστη, ζαχαροπλαστική, άχνη, ζαχαροπλαστείο
Τυχαίες λέξεις
Ümin στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουίζω, βουητό, Hum, βόμβου, βόμβο, βόμβος