Rentima στα ελληνικά
Μετάφραση: rentima, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκμίσθωση, μίσθωση, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- grott στα ελληνικά - σπηλιά, σπήλαιο, Grotto, σπηλαίου, σπηλιάς
- hõbe στα ελληνικά - ασημένιος, ασημί, ασήμι, ασημένια, αργύρου, ασημένιο
- kasuema στα ελληνικά - μητριά, θετή μητέρα, τη θετή μητέρα, τη μητριά, η θετή μητέρα
- mõjukus στα ελληνικά - γόητρο, αίγλη, εντυπωσιασμού, εντυπωσιασμό, του εντυπωσιασμού, εντυπωσιαμό
Τυχαίες λέξεις
Rentima στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκμίσθωση, μίσθωση, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος
Μεταφράσεις: εκμίσθωση, μίσθωση, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ενοικίου, μισθώματος