Tihkuma στα ελληνικά

Μετάφραση: tihkuma, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άστατος, ιδιότροπος, κλαψούρισμα, whimper, κλαψουρίζω, κλαυθμυρίζω
Tihkuma στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • läbitavus στα ελληνικά - διαπερατότητα, διαβατότητα, βατότητα, βατότητας, της βατότητας, τη βατότητα
  • masturbeerima στα ελληνικά - αυνανίζομαι, αυνανίζονται, μαλακίζομαι, αυνανιστεί, masturbate
  • mõtlematus στα ελληνικά - απερισκεψία, επιπολαιότητα, απερισκεψίας, η επιπολαιότητα, την απερισκεψία
  • mürgistus στα ελληνικά - μέθη, δηλητηρίαση, δηλητηρίασης, μέθης, δηλητηρίαση από
Τυχαίες λέξεις
Tihkuma στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άστατος, ιδιότροπος, κλαψούρισμα, whimper, κλαψουρίζω, κλαυθμυρίζω