Tormakalt στα ελληνικά

Μετάφραση: tormakalt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρήγορα, γοργά, ορμητικά, βιαστικά, ορμητικός, συχνά ορμητικός, impetuously
Tormakalt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bürokraatlik στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
  • järeltulijad στα ελληνικά - Απόγονοι, Οι απόγονοι, Επιγόνων, τους απογόνους, Descendants
  • kirsipunane στα ελληνικά - κεράσι, κερασόχρωμος, κερασένιος, cerise, Κερασί, κερασιά
  • käärsool στα ελληνικά - άνω κάτω τελεία, παχέος εντέρου, κόλον, του παχέος εντέρου, άνω και κάτω τελεία
Τυχαίες λέξεις
Tormakalt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρήγορα, γοργά, ορμητικά, βιαστικά, ορμητικός, συχνά ορμητικός, impetuously