Vääriti στα ελληνικά

Μετάφραση: vääriti, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοξός, στραβά, λανθασμένος, άδικο, κακό, εσφαλμένος, λάθος
Vääriti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • jalutu στα ελληνικά - ανάπηρος, footless, χωρίς πόδι, χωρίς πέλμα
  • kiratsema στα ελληνικά - φυτόζωω, αδρανώ, φυτοζωώ, φυτοζωούν, βλαστάνω
  • kõdunemine στα ελληνικά - φθορά, παρακμή, σαπίζω, παρακμάζω, αποσύνθεση, αποσύνθεσης, φθορά των
  • lõdvalt στα ελληνικά - χαλαρά, αόριστα, χαλαρώς, χαλαρή, χαλαρό
Τυχαίες λέξεις
Vääriti στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοξός, στραβά, λανθασμένος, άδικο, κακό, εσφαλμένος, λάθος